1η Έκθεση Ελληνικής Κλασικής Κιθάρας
που διοργάνωσε το TaR
στο Μουσείο Παραδοσιακών Οργάνων «Φοίβος Ανωγειανάκης»
21 και 22 Σεπτεμβρίου 2008
(κάντε κλικ στην εικόνα για να κατεβάσετε την αφίσα
Με επιτυχία έγινε η 1η Έκθεση Ελληνικής Κλασικής Κιθάρας που διοργάνωσε το TaR στο Μουσείο Παραδοσιακών Οργάνων «Φοίβος Ανωγειανάκης» στην Πλάκα. Παρόλο ότι οι καιρικές συνθήκες ήταν ιδιαίτερα αντίξοες (για τέτοια εποχή) η προσέλευση του κοινού στην Έκθεση αλλά και στις συναυλίες ήταν εντυπωσιακή (για τα δεδομένα του χώρου μας φυσικά). Δυστυχώς, η βροχή δυσκόλεψε τα πράγματα, μιας και ήταν αδύνατον να χρησιμοποιηθεί ο ωραίος και μεγάλος εξωτερικός χώρος με αποτέλεσμα ο εσωτερικός χώρος που είχε διατεθεί από το μουσείο να μην είναι επαρκής. Το ίδιο συνέβη με τις συναυλίες των εξαιρετικών νέων κιθαριστών που έγιναν στα πλαίσια της έκθεσης, οι οποίες αναγκαστικά έγιναν στον ίδιο εσωτερικό χώρο κι όχι όπως είχε προβλεφθεί στον θαυμάσιο και άνετο κήπο του μουσείου.
Ας πούμε λοιπόν ότι «Κάθε αρχή και δύσκολη» κι ας περάσουμε στα πιο ευχάριστα συμπεράσματα από την έκθεση.
Όσον αφορά τις συναυλίες, δεν χρειάζεται να αναφέρω τίποτα περισσότερο από το ότι αποτέλεσαν έναν υπέροχο καθρέπτη του υψηλότατου επιπέδου των νεότερων Έλλήνων κιθαριστών. Άριστα-Δέκα! :-)
Τώρα, όσον αφορά την παρουσία των κατασκευαστών:
Ανεξάρτητα από την μη συμμετοχή (για προσωπικούς λόγους) δυο εκ των κορυφαίων Ελλήνων κατασκευαστών, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι η έκθεση έδωσε μια αντιπροσωπευτική εικόνα του τι συμβαίνει αυτή τη στιγμή στην ελληνική οργανοποιία και ειδικά στο χώρο της κλασικής κιθάρας. Θαυμάσιες και επιμελημένες κατασκευές από ανθρώπους υποψιασμένους. Με σαφή γνώση της παράδοσης στην οργανοποιία, αλλά και με πλήρη ενημέρωση στα νέα ρεύματα. Η εικόνα που προσωπικά αποκόμισα είναι ότι το μέλλον της ελληνικής κατασκευής κιθάρας «είναι ήδη εδώ». Κι αυτό φαίνεται να το έχουν συνειδητοποιήσει και οι ίδιοι οι κατασκευαστές, που σε ένα κλίμα συνεργασίας και φιλίας (κάτι άγνωστο σε άλλες εποχές) συνυπήρξαν για αυτές τις δυο ημέρες. Ακολουθώντας και αυτοί με τη σειρά τους τους μουσικούς-κιθαριστές της νέας γενιάς, που δείχνουν πλέον να απορρίπτουν την φιλοδοξία της συντεχνιακής “διασημότητας” και ανοίγουν το χώρο της κιθάρας προς πλατύτερους καλλιτεχνικούς ορίζοντες.
Κώστας Γρηγορέας
webmaster του TaR
(Επιμελήθηκε τις σελίδες του "απολογισμού")
Επιβάλλεται να ευχαριστήσουμε τους συνεργάτες του TaR Νικόλα Τσαφταρίδη και Γιάννη Κουκουρίγκο για την διοργάνωση, καθώς και τους Κωστή Θεοφάνους και Γιώργο Παπαδόπουλο που ανέλαβαν τη γραμματειακή υποστήριξη της έκθεσης.
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΤΑ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΩΝ ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΩΝ ΟΡΓΑΝΟΠΟΙΩΝ
- ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΚΙΘΑΡΙΣΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΑΙΞΑΝ ΣΤΙΣ ΣΥΝΑΥΛΙΕΣ
- ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΤΟ ΦΩΤΟ-ΑΛΜΠΟΥΜ ΤΗΣ ΕΚΘΕΣΗΣ
Το Υλικό και το Άυλο
(Το παρακάτω κείμενο διαβάστηκε σαν εισαγωγή στις συναυλίες που έγιναν στα πλαίσια της έκθεσης)
Δεν είμαι από αυτούς που θα χαρακτηρίσουν την κλασική κιθάρα ώς το καταπληκτικότερο μουσικό όργανο. Βασικά δεν είμαι σε θέση να χαρακτηρίσω κανένα όργανο ως το καλύτερο όλων. Ακόμα και τη γνωστή φράση η οποία χαρακτηρίζει το βιολί ως τον βασιλιά των οργάνων την αντιμετωπίζω με πολύ σκεπτικισμό. Και αυτό γιατί κάθε όργανο είναι πολιτισμικά προσανατολισμένο πολύ δε περισσότερο το «τι» και «πως» παίζει το κάθε όργανο. Αυτό που συναντάμε όμως στον κόσμο των κλασικών κιθαριστών και των οργανοποιών κλασικής κιθάρας έχει ενδιαφέρον γιατί υπάρχει μια συνεχής κίνηση ανάμεσα στους δυο αυτούς πόλους. Η κλασική κιθάρα είναι ένα καινούργιο όργανο αλλά οι βελτιώσεις, τροποποιήσεις και οι πειραματισμοί είναι και πολλοί και πολλές φορές μη εμφανείς. Η ταυτόχρονη συνύπαρξη διαφορετικών τεχνικών με παρόμοια όμως αποτελέσματα είναι ενδεικτική της αγωνίας τόσο των οργανοποιών όσο και των κιθαριστών για να βελτιώσουν το τάδε ή το δείνα σημείο της κλασικής κιθάρας. Η αλλαγές στο F 12 του Humphrey[1],ο οποίος χαμήλωσε το καπάκι στο 12ο τάστο για καλύτερο παίξιμο σε αυτή την περιοχή του οργάνου, τα καμάρια του Smallman [2] σε πλέγμα, ο οποίος άλλαξε τις ενισχύσεις στο καπάκι της κιθάρας ώστε να γίνει λεπτότερο, το καπάκι σάντουιτς με λεπτά εξωτερικά τοιχώματα και με το honeycomb ανάμεσα του Mathias Damman[3] είναι σύγχρονες τεχνικές τις οποίες τις συναντάμε σήμερα μαζί με τις παλαιότερες στις κλασικές κιθάρες. Κάτι χάνουμε κάτι κερδίζουμε πάντα. Κάποιοι από μας προτιμάμε την μια κατασκευαστική τεχνική και άλλοι την άλλη. Για το τι είναι καλύτερο και τι όχι τις περισσότερες φορές θα παίξει ρόλο η προσωπικότητα και η ευαισθησία του κάθε κιθαριστή ξεχωριστά. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Γεχούντιν Μενουχίν αν και είχε στην κατοχή του το σπουδαίο και ονομαστό Στραντιβαριους Κεβενχύλερ και αργότερα το Σόιλ[4] το αγαπημένο του ήταν ένα Ντελ Τζεζύ[5] το οποίο χρησιμοποιούσε και στις περισσότερες εμφανίσεις του.
Η κατασκευή του μουσικού οργάνου έχει κάτι από την αντίληψη περί μουσικής. Κατά μια έννοια η μουσική δεν υπάρχει αν δεν υπάρξει η αγαστή συνεργασία του συνθέτη, ερμηνευτή, ακροατή. Ακόμα και αν οι τρεις αυτές ιδιότητες βρίσκονται σε ένα πρόσωπο. Το υλικό, απτό μουσικό όργανο, η κλασική κιθάρα στην προκειμένη περίπτωση δεν υπάρχει αν δεν πάρει ζωή και ακουστεί η φωνή της το άυλο, άπιαστο αλλά απαραίτητο κομμάτι του μουσικού οργάνου.
Από ένα κομμάτι ξύλο αρχίζουν όλα. Η περιπέτεια αρχίζει με το ‘σαράκι’ να τρώει τον οργανοποιό. Κανένας από όσους τουλάχιστον ξέρω δεν ξεκίνησε να κάνει καριέρα ως οργανοποιός. «Θέλω να φτιάξω το όργανο που θα βγάλει συγκεκριμένο ήχο και δεν με ενδιαφέρει αν μπορώ να βγάλω εγώ τον ήχο αυτό». Και όσο πιο πολύ προχωράει στην κατασκευή ο οργανοποιός τόσο περισσότερο έχει ανάγκη τον κιθαριστή, τον ειδικό στον χειρισμό του οργάνου για να δώσει πνοή και να ακούσει όλες εκείνες τις διαφορετικές ποιότητες του ήχου από το όργανο το οποίο κατασκεύασε. Αυτή η σχέση δεν είναι μονόπλευρη. Όσο περισσότερο αναπτύσσει ο κιθαριστής την τεχνική του και την εκφραστική του παλέτα ως προς την πραγμάτωση του ήχου του τόσο πιο πολλές γνώσεις απαιτούνται ως προς τα υλικά και την κατασκευή για να ξέρει τι μπορεί να ζητήσει από τον οργανοποιό του. Επιπλέον, κάθε όργανο που απαιτεί στενή σωματική επαφή από τον επιτελεστή έχει μια ιδιαίτερη σχέση με τον εκάστοτε χειριστή του που μπορούμε να την εντοπίσουμε στις αισθητικές του αναζητήσεις ως προς την ποιότητα του ήχου, στην εμφάνιση του οργάνου και στην εργονομία του. Οι τρεις αυτοί παράμετροι βρίσκουν την πραγμάτωση τους στο δίπολο οργανοποιός – κιθαριστής. Η σχέση τους και η συνεργασία τους είναι αυτή που θα κάνει το όργανο να αποδώσει το μάξιμουμ των δυνατοτήτων του. Υπάρχει όμως και μια άλλη παράμετρος πολύ σημαντική. Η κιθάρα είναι φτιαγμένη από ευπαθή υλικά και μάλιστα με διαφορετική συμπεριφορά μεταξύ τους. Οι κλιματολογικές συνθήκες επιδρούν καθοριστικά πάνω τους. Οι αλλαγές στην υγρασία και στην θερμοκρασία, οι διάφορες καταπονήσεις κατά την μεταφορά αλλά και οι τυχαίες απροσεξίες μας, παίζουν καθοριστικό ρόλο στην καλή απόδοση και συντήρηση του οργάνου. Ο οργανοποιός, κατασκευαστής της κιθάρας θα πρέπει να βρίσκεται πάντα κοντά στο όργανο που κατασκεύασε. Με άλλα λόγια η σχέση οργανοποιού και κιθαριστή έχει μια διαλεκτική δυναμική η οποία δεν σταματά πουθενά και συνεχώς εξελίσσεται ή τουλάχιστον έτσι θα έπρεπε.
Αυτή την δυναμική έρχεται να ενδυναμώσει και η συγκεκριμένη έκθεση η οποία διοργανώνεται από το TAR. Ο Νότης ο Μαυρουδής, ο Κώστας Γρηγορέας και ο Γιάννης Κουκουρίγκος έβαλαν τις πλάτες τους ο καθένας από την δική του πλευρά για να μπορέσει να γίνει αυτή η έκθεση και που τουλάχιστον εμείς από την πλευρά του TAR θα ευχόμαστε να έχει συνέχεια και ίσως και διεύρυνση. Η δική σας γνώμη θα μετρήσει σημαντικά ώστε οι επόμενες εκθέσεις μας να μην έχουν τις ελλείψεις ή τις δυσκολίες που εντοπίσαμε από αυτή την πρώτη μας προσπάθεια. Άλλωστε η εθελοντική εργασία ενέχει και την πιθανότητα του λάθους.
Να ευχαριστήσουμε λοιπόν όλους τους φίλους εκθέτες οργανοποιούς, το μουσείο που μας διέθεσε τον χώρο, τους φίλους κιθαριστές για τις συναυλίες τους και όλους εσάς που μας κάνατε την τιμή να περάσετε από την έκθεση και να παραβρεθείτε στις συναυλίες.
Καλή ακρόαση
Νικόλας Τσαφταρίδης
ΕΕΔΙΠ Μουσικής Παιδαγωγικής
Πανεπιστημίου Αθηνών
[1] Αμερικανός οργανοποιός, ο οποίος πέθανε στα 59 του τον Απρίλιο του 2008
[2] Greg Smallman Αυστραλός οργανοποιός.
[3] Γερμανός οργανοποιός με μεγάλη παράδοση από πατέρα σε υιο.
[4] Όλα τα καλά και εν χρήση στραντιβαριους έχουν όνομα που συνήθως είναι το όνομα κάποιου ιστορικού κατόχου του συγκεκριμένου βιολιού.
[5] Giuseppe Guarneri del Gesù (1698 –1744) πολύ καλός οργανοποιός σύγχρονος του Στραντιβάριους